Σάββατο 13 Μαρτίου 2010

ΕΝΑΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΝΟΣ ΑΠΟΔΗΜΟΣ ΣΤΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΥΡΩΠΗ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ


Ο κύκλος της εγκόσμιας ζωής.
ΕΝΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ που, ξενιτεμένος από τα δώδεκά του χρόνια, αποφασίζει στα εξήντα του― όταν πια, ύστερα από πολλές περιπέτειες κι’ εμπειρίες, ο κύκλος της εγκόσμιας ζωής του φαίνεται ότι κλείνει σχεδόν οριστικά― ν΄ αντιτάξει σαν έσχατη αντίσταση μέσα στο χρόνο την αυτοβιογραφία του, έχει κάθε δικαίωμα να διεκδικεί τουλάχιστον μια θέση στην προσοχή μας, ίσως-ίσως και στη μνήμη μας. Από εδώ και πέρα σε μας ανήκει όλη η ευθύνη ν΄ αναγάγουμε την προσωπική απολογία σε ιστορική πηγή, ψυχογραφικό υλικό, μαρτυρία μιας ατομικής «στάσης ζωής» ή τεκμήριο ενός γενικότερου κοινωνικού κανόνα, ανάλογα πάντοτε με το σημείο της όρασής μας, την ιστορική στιγμή, τα ειδικά ενδιαφέροντα μας, τον πλούτο των γνώσεών μας και φυσικά τα μέσα του εξοπλισμού μας.
Ο Παναγιώτης Ναούμ καλύπτει το ευρύ εκείνο όριο ανάμεσα στην απλοϊκότητα και την κοινωνική του επιφάνεια και κινείται σ΄ένα ευρύτερο φάσμα ενδιαφερόντων από τη στιχουργία και τη ζωηρή περιγραφή μέχρι την γλαφυρή διατύπωση υψηλών διανοημάτων. Ψάλτης στο Ναό του Αγίου Γεωργίου άμα τη αφί-ξει του στη Λειψία, απλός σκαπανέας στο Πρωσικό στρατό πριν ακόμα γίνει μηχανικός με το βαθμό του ανθυπολοχαγού. Γεφυ-ροποιός, ειδικός στις κατασκευές οχυρωματικών έργων, πολεο-δόμος, γεωμέτρης πρώτης τάξεως (τοπογράφος), περιηγητής, συγγραφέας με έντονα αρχαιολογικά ενδιαφέροντα, άλλοτε τον συναντάμε στην Παλαιά Κόρινθο και άλλοτε στον Μυστρά και στους Δελφούς. Άνθρωπος που εμπνέει από την πρώτη στιγμή εμπιστοσύνη στους συνομιλητές του που επιζητούν επίμονα τη γνώμη του. Και οι συνομιλητές του αυτοί είναι οι περισσότεροι προσωπικότητες της εποχής του. Ακόμα και ο πολύμοχθος και πολυμαθής Κούμας του εκμυστηρεύεται μύχιους προβλημα-τισμούς του:
- « Παρατήρησον, τέκνον μου, πόσο αλλαζών είναι ο άγιος Οικονόμος, ο οποίος κατ΄έθος του επαγγέλματός του απήγγειλε μετ΄εμφάσεως το «Πιστεύω» και επηρμένη την κεφαλήν, ένθα οι πάντες με κεκλιμένον αυχένα αναπέμπωσιν τας κατανυκτικάς των προς τον ουρανόν ευχάς». Εγώ δεν εννόησα την δηκτικήν* ταύτην παρατήρησιν του σεβασμίου εκείνου ανδρός διο και εσιώπασα χωρίς να τον ερωτήσω προς τι αύτη μοί εγένετο και προτίμησα χάριν ευπρεπείας να ρίψω εξ εκείνης της στιγμής ταύτην (την δηκτικήν παρατήρησιν) εις το μέγα βυθόν της λήθης.
- Στην Ύδρα ο Λάζαρος Κουντουριώτης του αποκαλύπτει διαλογισμούς και στοχασμούς που κρατάει μέσα του για πολλά χρόνια:…αλλ΄ως έχειν σήμερον (1835) το ελληνικό κράτος με έκτασιν περιωρισμένην, με αραίωσιν πληθυσμών, πτωχόν, άστεγον και με αντιβασιλείαν ξένων, πως δύναταί τις να ελπίση την ταχείαν αυτού ανάπτυξιν και προς την μέλλουσαν ευημερίαν και την πρόοδον; Ο προϊστάμενος και διαχειριστής των δημοσίων πραγμάτων μας ξένος, όσον καλός και φιλέλλην και αν υποτεθή, την ατομικήν του προ παντός άλλου θα επιδιώξη ωφέλειαν και παντί σθένει** θα κοπιάση να καταρτίση εκ των ιδρώτων και της ανεχείας μας ανεξάρτητον και περιφανή ύπαρξιν εν τη πατρίδι του, διότι ούτος κατά φυσικόν λόγον ουδεμίαν άλλην συμπάθειαν υπέρ της οθνείας (ξένης) γης δύναται να έχη, ειμή την του ατομικού συμφέροντος…- Στην Κόρινθο τον δέχεται ο Χρηστάκης Ράγκος, ο άνθρωπος που έχει μεταφράσει τα φιλελληνικά ποιήματα του Λουδοβίκου, πατέρα του Όθωνα και του αφηγείται ιστορίες του Αγώνος…
- Κάπου στο δρόμο προς το Άργος, ο Στάϊκος, ο οπλαρχηγός που κυρίεψε το Παλαμήδι, του εκφράζει τα παράπονά του για τον Κολοκοτρώνη. Στο Άργος θα γνωρίσει τον στρατηγό Τσόκρη και τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Παρ΄αυτών ήκουσα πολλάς τεραστίων ανδραγαθημάτων διηγήσεις κατά τον Ιερόν ημών Αγώνα, τα οποία ως μη συνάδοντα, ένεκα της υπερβολής των, με την πειθώ του λόγου και της λογικής τους κανόνας, εγκαταλείπω όλως αμνημόνευτα.- Στο Μυστρά τον δέχεται ο παιδικός του φίλος Καστοριανός Δαμιανός Γεωργίου[1], αργότερα καθηγητής της ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας.
- Στις Σπέτσες τον φιλοξενεί εγκάρδια η οικογένεια Ορλώφ.
- Ο Τσίγλερ, αξιωματικός του μηχανικού εν Ελλάδι του φανερώνει κρύφιες σκέψεις του: ότι οι Βαυαροί εις το περί αποξηράνσεως της Κωπαϊδος λίμνης κεφάλαιον εστήριζον ελ-πίδας πολυφέρνους.[2] Πρώτον, ότι εξ αυτών των υπό του δημοσίου γενησομένων εξόδων κατά τας εργασίας του μεγάλου εκείνου επιχειρήματος η ωφέλεια τους δεν θα ήτον ευκα-ταφρόνητος και δεύτερον η βραδυτέρα παραγωγή εκ των καλ-λιεργηθησομένων γαιών της Κωπαϊδος θα επλήρου τα θυλάκια των.
*Από το ρ. δάκνω= νύττω, κεντρίζω.
**Παντί σθένει, στερεότυπος φράση= με κάθε δυνατή ψυχική δύναμη.


[1] Δαμιανός Γεωργίου (1809-1899) ήταν ανεψιός του ευεργέτη της πόλης της Καστοριάς  Ναούμ  Γεωργίου Δράσκα. Σπούδασε ιατρική στη Λειψία, όπου αναγορεύθηκε διδάκτορας το 1838. Το 1840 εκλέχθηκε καθηγητής της ανατομίας και φυσιολογίας στην ιατρική Σχολή στην Αθήνα,όπου δίδαξε για περισσότερα από 40 χρόνια. Μετέφρασε στα γερμανικά και εξέδωσε βιβλία" Ερμηνεία εις το ανατομικόν άτλαντα' ,  Εγχειρίδιον φυσιολογίας του ανθρώπου, κ.α.
[2] Εκ του φερνή= προίκα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου